Αυτοεκτίμηση και Άγχος στην εκμάθηση των Ξένων Γλωσσών
«Είχε διαβάσει για το διαγώνισμα. Γιατί δεν έγραψε καλά;» «Γιατί δεν σηκώνει το χέρι του να μιλήσει στο μάθημα ενώ ξέρει τη σωστή απάντηση;»
Αυτά αναρωτιούνται γονείς και δάσκαλοι όταν ένα παιδί έξυπνο και χωρίς μαθησιακές δυσκολίες δεν ανταποκρίνεται στις αναμενόμενες προσδοκίες και έχει μικρή συμμετοχή στο μάθημα στην τάξη και χαμηλή απόδοση στα διαγωνίσματα.
Αυτές καθώς και άλλου είδους συμπεριφορές, όπως το να μην έρχεται το παιδί στο μάθημα προφασιζόμενο πονοκέφαλο, το να αποφεύγει να έρθει τις ημέρες που έχει διαγώνισμα, ή ακόμη και το να μελετάει υπερβολικά, είναι ενδείξεις ότι το παιδί μπορεί να αισθάνεται άγχος σε ότι αφορά την εκμάθηση της ξένης γλώσσας. Τα τελευταία χρόνια έρευνες έχουν τεκμηριώσει την ύπαρξη του εξής φαινομένου: Ένα παιδί μπορεί να βιώνει πολύ έντονο άγχος μόνο στο μάθημα της ξένης γλώσσας ενώ δεν αισθάνεται άγχος στο σχολείο στα άλλα του μαθήματα.
Καθώς το άγχος στην ξένη γλώσσα αφορά την αξιολόγηση της επίδοσης μέσα σε ένα ακαδημαϊκό αλλά και κοινωνικό πλαίσιο, μπορούν να γίνουν παραλληλισμοί ανάμεσα σε αυτό και σε τρία σχετικά είδη άγχους.
1) τον φόβο επικοινωνίας – ένα είδος δειλίας και άγχους στην επικοινωνία. Η ξένη γλώσσα παρουσιάζει ιδιαιτερότητες σαν μάθημα καθώς περιλαμβάνει απαιτήσεις για επικοινωνία χωρίς μάλιστα η γνώση της γλώσσας να είναι ακόμη ολοκληρωμένη. Ο μαθητής φοβάται ότι δεν θα μπορέσει να επικοινωνήσει σωστά γι αυτό παραμένει σιωπηλός στην τάξη, ακόμη κι αν σε άλλη περίπτωση είναι πολύ ομιλητικός. Είναι σημαντικό λοιπόν από νωρίς το παιδί να νιώθει ότι είναι αποδεκτό μέλος μιας ομάδας που έχει παρόμοιες ικανότητες, όπως είναι η τάξη, και να βλέπει ότι υπάρχουν και άλλοι που έχουν το ίδιο επίπεδο με αυτό. Αντίθετα αν το παιδί κάνει ιδιαίτερα μαθήματα συγκρίνει τον εαυτό του με το ιδανικό πρότυπο του δασκάλου και δεν μπορεί να ξεπεράσει εύκολα το άγχος της επικοινωνίας στην ξένη γλώσσα.
2) το άγχος επίδοσης σε διαγωνίσματα, που προέρχεται από το φόβο της αποτυχίας και εμφανίζεται συχνά στην τάξη της ξένης γλώσσας. Μαθητές με άγχος επίδοσης συνήθως έχουν μη ρεαλιστικές απαιτήσεις από τον εαυτό τους και θεωρούν ως αποτυχία οτιδήποτε λιγότερο από την τέλεια επιτυχία σε ένα διαγώνισμα. Στο άγχος επίσης μπορεί να οφείλεται το ότι, ενώ ο μαθητής ισχυρίζεται ότι «γνωρίζει» κάποια γραμματικά φαινόμενα, τα «ξεχνάει» κατά τη διάρκεια ενός διαγωνίσματος ή όταν κάνει επίμονα λάθη «απροσεξίας» στην ορθογραφία ή το συντακτικό.
Επίσης, η υπερβολική μελέτη μπορεί να οφείλεται στο άγχος. Οι μαθητές, που ανησυχούν υπερβολικά για την απόδοσή τους, αγχώνονται τόσο πολύ, όταν κάνουν λάθη, που επιχειρούν να βελτιωθούν μελετώντας ακόμη περισσότερο. Όταν η προσπάθειά τους αυτή δεν οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα απογοητεύονται και αισθάνονται ακόμη μεγαλύτερο άγχος. Το αντίθετο είναι επίσης πιθανόν. Οι αγχωμένοι μαθητές μπορεί να αποφύγουν τη μελέτη και σε μερικές περιπτώσεις να μην πάνε καθόλου στο μάθημα, σε μια προσπάθεια να μειώσουν το άγχος τους.
3) τον φόβο για αρνητική αξιολόγηση είτε από τον δάσκαλο, όταν αυτός του λέει ότι έχει κάνει λάθος, είτε από τους συμμαθητές του, που φοβάται ότι μπορεί να τον κοροϊδέψουν.
Η χαμηλή αυτοεκτίμηση επιτείνει όλες αυτές τις μορφές άγχους και επηρεάζει την επιτυχία του παιδιού στην τάξη. Είναι καλό λοιπόν να εξετάζουμε μήπως η χαμηλή απόδοση του παιδιού οφείλεται στο άγχος και στη χαμηλή αυτοεκτίμηση ώστε να βοηθήσουμε το παιδί με τον κατάλληλο τρόπο.
ΠΩΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΕΤΑΙ Η ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ
Ο Nathaniel Branden, ένας από τους πρωτοπόρους στη μελέτη της αυτοεκτίμησης έχει δώσει τον εξής ορισμό: «Αυτοεκτίμηση είναι το να είσαι ικανός να αντιμετωπίζεις τις προκλήσεις της ζωής και να αισθάνεσαι άξιος για την ευτυχία.»
Τα άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση έχουν σχηματίσει μια αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους. θεωρούν ότι δεν είναι τόσο καλοί όσο οι άλλοι και ότι δεν μπορούν να τα καταφέρουν καλά σ’ αυτά που κάνουν. Το κακό είναι ότι αυτή η υποκειμενική εικόνα για τον εαυτό τους δεν είναι εύκολο να αλλάξει από την στιγμή που παγιωθεί.
* Η αυτοεκτίμηση όμως δεν «χαρίζεται». *
Όσο και να επαινέσουμε το παιδί, αυτό δεν ωφελεί αν το ίδιο δεν συνειδητοποιήσει την επιτυχία του και αν δεν την αποδώσει στις δικές του ικανότητες. Όσο και αν οι γονείς και οι δάσκαλοι διαβεβαιώνουν το παιδί ότι μπορεί να τα καταφέρει, καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία έχει η πεποίθηση του ίδιου του ατόμου ότι είναι ικανός
* Η αυτοεκτίμηση «χτίζεται». *
να τα καταφέρει. Έτσι πολλές φορές βλέπουμε παιδιά που θεωρούσαμε ικανά να επιτύχουν, τελικά να αποτυγχάνουν εξαιτίας της έλλειψης εμπιστοσύνης στον εαυτό τους.
Γι αυτό πρέπει να δίνουμε την ευκαιρία στα παιδιά να δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους και να έχουν εμπειρίες επιτυχίας ώστε να θεμελιώσουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Η επιτυχία θα τους βοηθήσει να διαμορφώσουν θετικές πεποιθήσεις σχετικά με τις ικανότητές τους. Δηλαδή, να παγιωθεί μέσα τους η εξαιρετικά σημαντική πεποίθηση ότι «κι εγώ μπορώ.»
Τρεις βασικές προϋποθέσεις υπάρχουν για την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης σύμφωνα με τον Stanley Coopersmith, έναν από τους μεγαλύτερους ερευνητές στον τομέα της αυτοεκτίμησης:
- Αγάπη και στοργή χωρίς όρους.
- Σωστά καθορισμένα όρια, που εφαρμόζονται με συνέπεια.
- Σεβασμός προς τα παιδιά.
Ας είμαστε ευαισθητοποιημένοι, γονείς και δάσκαλοι, για αυτό το σημαντικό θέμα καθώς η αυτοεκτίμηση είναι κάτι που κουβαλάμε στις ψυχικές μας αποσκευές σε όλη μας τη ζωή. Είναι επίσης κάτι που αν δεν το αποκτήσουμε σε μικρή ηλικία θα χρειαστεί πολύς κόπος για να το αποκτήσουμε αργότερα.
Β. Μ. M.A. Αγγλική Φιλολογία /Ψυχολόγος – Εκπαιδευτικός[από το περιοδικό PARENTS-ΜΑΡΤΙΟΣ 2010]
Μπορείτε να μείνετε ενημερωμένοι για τα νέα μας μέσω ειδήσεων RSS 2.0 που θα βρείτε ΕΔΩ!.
'Η μπορείτε να μείνετε ενημερωμένοι για τα νέα και εκδηλώσεις μας μέσω FeedBurner και κατευθείαν στο email σας!
Αφήστε μια απάντηση
Παρακαλώ μην ξεχάσετε να συμπληρώσετε τα υποχρεωτικά πεδία (*) γιατί αλλιώς η φόρμα δε θα μπορέσει να υποβληθεί.